ἀλλὰ τῷ ὕψει τῶν θείων ἐντολῶν σου → but by the sublimity of thy divine commandments
καινολογῶ, -έω (Α) καινολόγος1. μεταχειρίζομαι νέες φράσεις2. λέω κάτι νέο.