καπνότοπος

From LSJ

σύ με μαστροπεύσεις πρὸς τὴν πόλιν → so you intend acting the procurer

Source

Greek Monolingual


τόπος στον οποίο καλλιεργείται καπνός ή έδαφος κατάλληλο για καπνοκαλλιέργεια.