καρδόπη

From LSJ

Μέλλοντα ταῦτα. Τῶν προκειμένων τι χρὴ πράσσειν· μέλει γὰρ τῶνδ' ὅτοισι χρὴ μέλειν → Tomorrow is tomorrow. Future cares have future cures, and we must mind today.

Source

German (Pape)

[Seite 1327] ἡ, komisches fem. zu κάρδοπος, von Ar. Nubb. 668 gebildet.

Greek Monolingual

καρδόπη, ἡ (Α)
βλ. κάρδοπος.

Russian (Dvoretsky)

καρδόπη: ἡ шутл. Arph. = κάρδοπος.