Πολλὰ τὰ δεινὰ κοὐδὲν ἀνθρώπου δεινότερον πέλει → There are many wondrous things in this world, but none more wondrous than humans
(Μ κατασυντρίβω)
1. συντρίβω κάτι εντελώς, μεταβάλλω σε συντρίμμια, κάνω θρύψαλα
2. μτφ. α) κατανικώ, εξοντώνω, εξολοθρεύω
β) χτυπώ κάποιον κατάκαρδα, σπαράζω την καρδιά κάποιου, προξενώ μεγάλη ψυχική οδύνη.