ἔνθα οὐκ ἔστι πόνος, οὐ λύπη, οὐ στεναγμός, ἀλλὰ ζωὴ ἀτελεύτητος → where there is no pain, no sorrow, no sighing, but life everlasting
-έςαυτός που μοιάζει με κήτος, κητώδης.[ΕΤΥΜΟΛ. < κῆτος + -ειδής (< είδος)].