κοκκινόμαυρος

From LSJ

Φίλον βέβαιον ἐν κακοῖσι μὴ φοβοῦ → Fidelem amicum ne time in rebus malis → Hab in der Not nicht Angst vor einem treuen Freund

Menander, Monostichoi, 533

Greek Monolingual

-η, -ο
κόκκινος και μαύρος («φως έβγαιν' εκείθε κοκκινόμαυρο σαν σκοτωμένο αίμα», Ζερβ.).