κοφινιάζω

From LSJ

αὐτίκα καὶ φυτὰ δῆλα ἃ μέλλει κάρπιμ' ἔσεσθαιfruitful plants show it straightaway

Source

Greek Monolingual

κοφίνι
τοποθετώ πράγματα σε κοφίνια.