κρανιολατρεία

From LSJ

τίς οὖν ἡ ταύτης περιουσίαν → what is its chance of being saved

Source

Greek Monolingual

η
(σε πρωτόγονους λαούς) η λατρεία τών κρανίων φονευθέντων ατόμων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κρανίο + λατρεία.