μαρτυρογραμμένος

From LSJ

Ὡς αἰσχρὸν ἀνθρώποισίν ἐστ' ἀπληστία → Quam turpe hominibus est intemperantia → Wie schändlich ist doch für die Menschen Völlerei

Menander, Monostichoi, 561

Greek Monolingual

μαρτυρογραμμένος, -η, -ον (Μ)
(για κείμενο) αυτός που εξιστορεί το μαρτύριο ενός αγίου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μάρτυρας + γραμμένος, μτχ. του ρ. γράφω.