Λιμὴν νεὼς ὅρμος, βίου δ' ἀλυπία → Des Lebens Ankerplatz und Port ist Seelenruh → Λιμὴν πλοίου μέν, ἀλυπία δ' ὅρμος βίου
η μάτιη στροφή τών ματιών προς ορισμένη κατεύθυνση, το βλέμμα («κειός σεβάσμια προχωρώντας και μ' ανήσυχες ματιές», Σολωμ.).