μειωτικῶς

From LSJ

μηδείς ἀγεωμέτρητος εἰσίτω μου τὴν στέγην → let no one ignorant of geometry come under my roof

Source

Russian (Dvoretsky)

μειωτικῶς: путем уменьшения (αὐξητικῶς ἢ μ. Diog. L.).