μελωδώ

From LSJ

πλέομεν δ' ἐπὶ οἴνοπα πόντον → we're sailing upon the wine-dark sea

Source

Greek Monolingual

(ΑM μελῳδῶ, -έω) μελωδός
τραγουδώ μελωδικά
μσν.
ηχώ μελωδικά.