μετεωροφρονώ

From LSJ

Δίκαιον εὖ πράττοντα μεμνῆσθαι θεοῦ → Die tuenda memoria in rebus bonis → Wenn es dir gut geht, denk an Gott, dies ist gerecht

Menander, Monostichoi, 118

Greek Monolingual

μετεωροφρονῶ, -έω (Α)
σκέπτομαι για υψηλά πράγματα, υψηλοφρονώ.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μετέωρος + φρονῶ (< φρήν, φρενός), πρβλ. μεγαλοφρονώ].