μηλοδροπῆες

From LSJ

ὁ λαγὼς τὸν περὶ τῶν κρεῶν δρόμον τρέχει → save one's bacon, save one's neck, save one's skin

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μηλοδροπῆες Medium diacritics: μηλοδροπῆες Low diacritics: μηλοδροπήες Capitals: ΜΗΛΟΔΡΟΠΗΕΣ
Transliteration A: mēlodropē̂es Transliteration B: mēlodropēes Transliteration C: milodropies Beta Code: mhlodroph=es

English (LSJ)

Aeol. μᾱλ-, οἱ, applegatherers, Sapph.93.

Greek (Liddell-Scott)

μηλοδροπῆες: Δωρ. μᾱλ-, οἱ, οἱ συλλέγοντες μῆλα, Σαπφὼ 94.

Greek Monolingual

μηλοδροπῆες, -ων, αιολ. τ. μαλοδροπῆες, οἱ (Α)
αυτοί που κόβουν, που μαζεύουν μήλα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μῆλον (Ι) + -δροπῆες (< δρέπω «μαζεύω»)].