μινόρε
From LSJ
κατὰ τὸν δεύτερον, φασί, πλοῦν τὰ ἐλάχιστα ληπτέον τῶν κακῶν → we must as second best, as people say, take the least of the evils
Greek Monolingual
το
διεθνής χαρακτηρισμός για την ελάσσονα κλίμακα, την ελάσσονα συγχορδία και τον ελάσσονα τρόπο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. minore < λατ. minor, -oris, συγκριτ. του parvus «μικρός»].