μύλιος

From LSJ

Θεὸν προτίμα, δεύτερον δὲ τοὺς γονεῖς → Post deum habeas parentes proximo loco → Vor allem ehre Gott, die Eltern gleich nach ihm

Menander, Monostichoi, 230
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μῠλιος Medium diacritics: μύλιος Low diacritics: μύλιος Capitals: ΜΥΛΙΟΣ
Transliteration A: mýlios Transliteration B: mylios Transliteration C: mylios Beta Code: mu/lios

English (LSJ)

α, ον, = μυλίας, λίθος Procop. Aed.2.6.7,8.18.

Greek Monolingual

μύλιος, -ία, -ον (Α) μύλη
αυτός που ανήκει ή αναφέρεται σε μύλο, μυλίαςμύλιος λίθος», Προκόπ.).