ναιέτις

From LSJ

αὐτόχειρες οὔτε τῶν ἀγαθῶν οὔτε τῶν κακῶν γίγνονται τῶν συμβαινόντων αὐτοῖς → for not with their own hands do they deal out the blessings and curses that befall us

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ναιέτις Medium diacritics: ναιέτις Low diacritics: ναιέτις Capitals: ΝΑΙΕΤΙΣ
Transliteration A: naiétis Transliteration B: naietis Transliteration C: naietis Beta Code: naie/tis

English (LSJ)

ιδος, ἡ, fem. of Ναιέτης, = ναέτης, Call.inPSI9.1092.58.

Greek Monolingual

ναιέτις, ἡ (Α)
η κάτοικος, η ένοικος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ναίω + επίθημα -ις. Λ. σχηματισμένη πιθ. κατ' επίδραση του ναιετῶ].