κακὸς μὲν γὰρ ἑκὼν οὐδείς → no one is voluntarily wicked, no one is voluntarily bad
το
1. προσβολή της τιμής κάποιου, ατίμωση, όνειδος
2. παροιμ. «κάλλιο του Χάρου σκέπασμα παρά του κόσμου νείδι» — είναι προτιμότερος ο θάνατος από την ατίμωση.
[ΕΤΥΜΟΛ. Υποχωρητικό παρ. από το ρ. νειδ-ίζω (πρβλ. διασκέλι < διασκελίζω].