νεκρέγερση

From LSJ

Κρεῖττον σιωπᾶν ἐστιν ἢ λαλεῖν μάτην → Silentium anteferendum est vaniloquentiae → Das Schweigen übertrifft vergebliches Geschwätz

Menander, Monostichoi, 290

Greek Monolingual

η (Α νεκρέγερσις)
η νεκρανάσταση.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νεκρ(ο)- + ἔγερσις.