νιπτρίς
From LSJ
τὸν τεθνηκότα μὴ κακολογεῖν → do not speak ill of the dead, speak no ill of the dead (Chilon the Spartan)
Greek (Liddell-Scott)
νιπτρίς: ἡ, πλύντρια· εὕρηται μόνον ἐν τῷ συνθέτῳ μετανιπτρίς.
German (Pape)
ίδος, ἡ, alte v.l. für μετανιπτρίς.