πᾶσι τοῖς ἐσχάτοις ζημιοῦσθαι → be punished by all the most extreme penalties
νυκτεργασία: ἡ, ἔργον ἐν καιρῷ νυκτός, «νυχτέρι», Νικήτ. Χρ. 218Β.
η (Μ νυκτεργασια)εργασία που γίνεται κατά την διάρκεια της νύχτας, νυχτέρι.[ΕΤΥΜΟΛ. < νύξ, νυκτός + ἐργασία.