ξυλόδεμα

From LSJ

Στέργει γὰρ οὐδεὶς ἄγγελον κακῶν ἐπῶν → No one loves the bearer of bad news

Sophocles, Antigone, 277

Greek Monolingual

το
η ξυλοδεσία.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. στον πληθ. ξυλοδέματα μαρτυρείται από το 1833 στους Ελληνικούς Κώδικες].