πίανσις

From LSJ

Υἱῷ μέγιστον ἀγαθόν ἐστ' ἔμφρων πατήρ → Prudente patre bonum non maius filio → Dem Sohn ist ein verständiger Vater größtes Gut

Menander, Monostichoi, 525

Greek (Liddell-Scott)

πίανσις: -εως, ἡ, πάχυνσις, Achmes Ὀνειροκρ. 239.

Greek Monolingual

-άνσεως, ἡ, Μ πιαίνω
η πάχυνση.