παλιόκοσμος

From LSJ

To χάρις ὑμῖν οὕτω τίθησιν κτλ. → Thus he writes joy to you all, etc. (Cramer's Catena on 1 Thessalonians 1.1)

Source

Greek Monolingual

ο
1. διεφθαρμένος κόσμος
2. έκφραση αγανάκτησης για τις δυσκολίες της ζωής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παλι(ο)- (βλ. λ. παλαιο-) + κόσμος.