αὔριον ὔμμε πάσας ἐγὼ λουσῶ Συβαρίτιδος ἔνδοθι λίμνας → tomorrow I'll wash you one and all in Sybaris lake
παραπληρῶ, -όω, ΝΜΑ1. γεμίζω κάτι τελείως, παραγεμίζω2. συμπληρώνω.[ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α)- + πληρῶ «γεμίζω»].