παρεστάμεναι

From LSJ

βάκτρῳ δ' ἐρείδου περιφερῆ στίβον χθονός → support with a staff your steps that waver on the ground

Source

French (Bailly abrégé)

inf. ao.2 poét. de παρίστημι.

Russian (Dvoretsky)

παρεστάμεναι: эп. inf. к παρίστημι.