ὁ γὰρ ἀποθανὼν δεδικαίωται ἀπὸ τῆς ἁμαρτίας → anyone who has died has been set free from sin, the person who has died has been freed from sin, someone who has died has been freed from sin (Romans 6:7)
Ν
(διαλ. τ.) πετυχαίνω, ευστοχώ («γιατί μ' έχουν λαβωμένο στην καρδιά πιτυχημένο», δημ. τραγούδι).
[ΕΤΥΜΟΛ. < επιτυγχάνω με σίγηση του αρκτικού άτονου -ε- (πρβλ. πετυχαίνω)].