Ἒστιν ὃ μὲν χείρων, ὃ δ' ἀμείνων ἔργον ἕκαστον· οὐδεὶς δ' ἀνθρώπων αὐτὸς ἅπαντα σοφός. (Theognis 901f.) → One is worse, the other better at each deed, but no man is wise in all things.
Full diacritics: πλατυΐσχιος | Medium diacritics: πλατυΐσχιος | Low diacritics: πλατυίσχιος | Capitals: ΠΛΑΤΥΙΣΧΙΟΣ |
Transliteration A: platyḯschios | Transliteration B: platuischios | Transliteration C: platyischios | Beta Code: platui+/sxios |
ον, with broad hips, Gal. 4.629, 5.464.
-ον, Α
αυτός που έχει πλατιά ισχία, χονδρούς μηρούς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πλατυ- + ἰσχίον + επίθημα -ιος].