πλεονότης
From LSJ
Ἡ πενία δ' ἀγνώμονάς γε τοὺς πολλοὺς ποιεῖ → Immemores beneficiorum gignit inopia → Die Armut macht die meisten rücksichtslos und hart
English (LSJ)
v. πλειονότης.
German (Pape)
[Seite 630] ητος, ἡ, = πλειονότης, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
πλεονότης: ἴδε πλειονότης.
Greek Monolingual
η, Α
βλ. πλειονότητα.