ποτικαρτερέω
From LSJ
πάντες γὰρ οἱ λαβόντες μάχαιραν ἐν μαχαίρῃ ἀπολοῦνται → all they that take the sword shall perish with the sword
English (LSJ)
v. προσκαρτερέω.
πάντες γὰρ οἱ λαβόντες μάχαιραν ἐν μαχαίρῃ ἀπολοῦνται → all they that take the sword shall perish with the sword
Full diacritics: ποτικαρτερέω | Medium diacritics: ποτικαρτερέω | Low diacritics: ποτικαρτερέω | Capitals: ΠΟΤΙΚΑΡΤΕΡΕΩ |
Transliteration A: potikarteréō | Transliteration B: potikartereō | Transliteration C: potikartereo | Beta Code: potikartere/w |
v. προσκαρτερέω.