τὸν καπνὸν φεύγων εἰς τὸ πῦρ ἐνέπεσεν → out of the frying pan into the fire, from the frying pan into the fire
-ές, Μαυτός που γεννήθηκε φτωχός.[ΕΤΥΜΟΛ. < πτωχός + -γενής (< γένος < γίγνομαι), πρβλ. κακογενής, πρωτογενής].