ριζογλύφος

From LSJ

Τί γὰρ γένοιτ' ἂν ἕλκος μεῖζονφίλος κακός; → What wound is greater than a false friend?

Sophocles, Antigone, 651-2

Greek Monolingual

ο, Ν
είδος παρασίτου που κατατρώγει τις ρίζες διαφόρων φυτών.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. rhizoglyphus (< ρίζα + γλυφή)].