σιδηρόφυσα
From LSJ
τῶν γὰρ μετρίων πρῶτα μὲν εἰπεῖν τοὔνομα νικᾷ → the first mention of the word moderation wins the game (Euripides, Medea 125f.)
English (LSJ)
ἡ, forge bellows.
Greek Monolingual
ἡ, Α
φυσητήριο σιδηρουργού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σιδηρο- + φῦσα «αέρας, φύσημα»].