σκευοποιία
From LSJ
ὅτι χρὴ τοῦ μέλιτος ἄκρῳ δακτύλῳ, ἀλλὰ μὴ κοίλῃ χειρὶ γεύεσθαι → that honey should be tasted with the fingertip and not by the handful
English (LSJ)
ἡ, preparing of masks and other stage-properties, Philostr.VA6.11, Poll.10.15.
Greek (Liddell-Scott)
σκευοποιία: ἡ, κατασκευὴ προσωπίδων καὶ ἄλλων τοιούτων σκηνικῶν σκευῶν, Φιλόστρ. 245, Πολυδ. Ι΄, 15.