κεντέω τὸν πῶλον περὶ τὴν νύσσαν → of impetuous haste, goad the foal around the turning post
ο, η, Νκαλλιτέχνης που φιλοτεχνεί σκίτσα.[ΕΤΥΜΟΛ. < σκίτσο + -γράφος].