σωφροσύνης πίστην ἔχειν περί τινος → to be persuaded of one's probity
η, Ν1. μεγάλο θηλυκό γουρούνι, γουρούνα2. ζωολ. κοινή ονομασία είδους του ψαριού σκόρπαινα3. μτφ. α) πόρνη, γυναίκα που ζει από την πορνείαβ) συνεκδ. γυναίκα ξεπεσμένη ηθικά.[ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. scrofa].