σοφίτα

From LSJ

τὴν πολιὴν καλέω Νέμεσιν πόθου, ὅττι δικάζει ἔννομα ταῖς σοβαραῖς θᾶσσον ἐπερχομένη → I call gray hairs the Nemesis of love, because they judge justly, coming sooner to the proud

Source

Greek Monolingual

η, Ν
μικρό δωμάτιο ή διαμέρισμα που βρίσκεται αμέσως κάτω από την στέγη σπιτιού, συχνά χωρίς οροφή.
[ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. soffite < ιταλ. soffito].