Ἴσος ἴσθι πᾶσι, κἂν ὑπερέχῃς τῷ βίῳ → Quamvis superior sorte, da te aequum omnibus → Sei allen gleich, auch wenn du reicher bist
το (AM δωμάτιο) δώμα
καθένας από τους χώρους στους οποίους χωρίζεται το εσωτερικό σπιτιού
νεοελλ.
ναυτ. μεγάλος θάλαμος πλοίου που χρησιμεύει ως κοιτώνας τών κατώτερων βαθμοφόρων
αρχ.-μσν.
στον πληθ. δώματα
ταράτσες σπιτιού
αρχ.
1. κατοικία
2. κοιτώνας σπιτιού.