σοφώδης

From LSJ

Τί γὰρ γένοιτ' ἂν ἕλκος μεῖζονφίλος κακός; → What wound is greater than a false friend?

Sophocles, Antigone, 651-2

Greek (Liddell-Scott)

σοφώδης: -ες, (εἶδος) ὁ ἔχων χαρακτῆρα σοφόν, Βυζ.

Greek Monolingual

-ῶδες, Μ σοφός
ο σοφός.