σπρωξιά

From LSJ

Κέρδος πονηρὸν ζημίαν ἀεὶ φέρει → Quaestus iniquos damna consequi solent → Unehrlicher Gewinn trägt immer Strafe ein

Menander, Monostichoi, 301

Greek Monolingual

η, Ν
το σπρώξιμο, η απώθηση με τους αγκώνες ή με τις παλάμες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. σπρωξ- του αορ. έσπρωξα του σπρώχνω + κατάλ. -ιά (πρβλ. σταξιά)].