ἕτερος ἐξ ἑτέρου σοφός τό τε πάλαι τό τε νῦν → one gets his skill from another, now as in days of old
και στριγκλόχορτο και στριγγλοχόρταρο, το, Νάλλη κοινή ονομασία του φυτού ακόνιτο.[ΕΤΥΜΟΛ. < στρίγγλα + χόρτο].