Ἀλλ' Ἀχέροντι νυμφεύσω → I will become the bride of Acheron
η / σύνθλιψις, -ίψεως, ΝΜΑ συνθλίβωσυμπίεση, ζούληγμανεοελλ.τσαλάκωμαμσν.μτφ. μεγάλη θλίψη, έντονη στενοχώρια.