τέτρηνα

From LSJ

πολλῶν ὁ καιρὸς γίγνεται διδάσκαλος → the critical moment will turn out to be the teacher of many things

Source

French (Bailly abrégé)

pf. de τετραίνω.

Greek Monotonic

τέτρηνα: Επικ. αορ. του τετραίνω.

Russian (Dvoretsky)

τέτρηνα: эп. aor. к τετραίνω.