τετράβυρσος

From LSJ

Θυμῷ χαρίζου μηδέν, ἄνπερ νοῦν ἔχῃς → Si mens est tibi, ne cedas iracundiae → Dem Zorn sei nicht zu Willen, bist du bei Verstand

Menander, Monostichoi, 245
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τετρᾰβυρσος Medium diacritics: τετράβυρσος Low diacritics: τετράβυρσος Capitals: ΤΕΤΡΑΒΥΡΣΟΣ
Transliteration A: tetrábyrsos Transliteration B: tetrabyrsos Transliteration C: tetravyrsos Beta Code: tetra/bursos

English (LSJ)

τετράβυρσον, of four hides, Sch.Lips.Il.15.479 (ed. Bekker).

Greek (Liddell-Scott)

τετράβυρσος: -ον, ὁ ἐκ τεσσάρων βυρσῶν ἢ δερμάτων, «τετραθέλυμνον, τετράβυρσον» Σχόλ. Lerd. εἰς Ἰλ. Ο. 479.

Greek Monolingual

-ον, Α
αυτός που αποτελείται από τέσσερα δέρματα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α)- + -βυρσος (< βύρσα «δέρμα ζώου»), πρβλ. πολύβυρσος].