τετραερμής

From LSJ

Μὴ φεῦγ' ἑταῖρον ἐν κακοῖσι κείμενον → Ne fuge sodalem, cum calamitas ingruit → Lass einen Freund in Schwierigkeiten nicht im Stich

Menander, Monostichoi, 341

Greek Monolingual

ὁ, Α
ερμαϊκή στήλη που είχε τέσσερεις πλευρές.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α)- + Ἑρμῆς (πρβλ. ἑρμαί, αἱ «ερμαϊκές στήλες»)].