τετραερμής

From LSJ

Σοφία δὲ πλούτου κτῆμα τιμιώτερον → Pretiosior res opipus est sapientia → Die Weisheit ist mehr wert als Säcke voller Geld

Menander, Monostichoi, 482

Greek Monolingual

ὁ, Α
ερμαϊκή στήλη που είχε τέσσερεις πλευρές.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α)- + Ἑρμῆς (πρβλ. ἑρμαί, αἱ «ερμαϊκές στήλες»)].