Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

τουρκομερίτης

From LSJ

Δίκαιος ἴσθι, ἵνα δικαίων δὴ τύχῃς → Sis aequus, aequa ut consequaris tu quoque → Sei du gerecht, damit Gerechtes dir widerfährt

Menander, Monostichoi, 119

Greek Monolingual

ο, θηλ. τουρκομερίτισσα, Ν
Έλληνας καταγόμενος από περιοχές τουρκοκρατούμενες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < Τούρκος + μέρος + κατάλ. -ίτης].