τροπόσφαιρα
From LSJ
Κρεῖττον τὸ μὴ ζῆν ἐστιν ἢ ζῆν ἀθλίως → Death is better than a life of misery → Satius mori quam calamitose vivere → Der Tod ist besser als ein Leben in der Not
Greek Monolingual
η, Ν
(μετεωρ.) η κατώτερη ζώνη στην ατμόσφαιρα της Γης, η οποία εκτείνεται ανάμεσα στην επιφάνεια του πλανήτη μας και στην τροπόπαυση.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. troposphere < τρόπος + σφαίρα].