τσίτι

From LSJ

τιμήσεσθαι τοιούτου τινὸς ἐμαυτῷ → estimate the penalty for myself at so high a rate

Source

Greek Monolingual

το, Ν
είδος βαμβακερού υφάσματος με απλή ύφανση και έγχρωμο διάκοσμο.
[ΕΤΥΜΟΛ. Κατά μία άποψη < αγγλ. city, το εμπορικό τμήμα του Λονδίνου, ενώ, κατ' άλλη άποψη, < τουρκ. cit].