υαλέμπορος

From LSJ

αὔριον ὔμμε‎ πάσας ἐγὼ λουσῶ Συβαρίτιδος ἔνδοθι λίμνας‎ → tomorrow I'll wash you one and all in Sybaris lake

Source

Greek Monolingual

ο, Ν
έμπορος γυαλικών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ύαλος + έμπορος].